1.- Η Χούντα δεν ήταν μόνο και για όλους «επάρατος», δηλαδή «καταραμένη»
Πίσω από το καλύτερο σύνθημα, που έχει μεταπολεμικά ακουστεί, «Ελλάς, Ελλήνων Χριστιανών!», κρύβεται μια ολόκληρη κοινωνική φιλοσοφία. Κυρίως, εκείνο το τελευταίο, «… Ελλήνων Χριστιανών», μας προσγειώνει στο ακλόνητο τρίπτυχο «Θρησκεία, Οικογένεια, Πατρίδα». Ως κοινωνικοί φιλόσοφοι που ήταν ο Παπαδόπουλος, ο Παττακός, ο Λαδάς, κλπ., δεν «χαμπέρησαν» ότι μέσα στον ελληνικό πληθυσμό συγκαταλέγονται μερικές δεκάδες -μέχρι, εκατοντάδες- χιλιάδες Έλληνες πολίτες Μουσουλμανικού Θρησκεύματος. Ούτε ότι πάντοτε υπήρξε στην Ελλάδα μια ανθούσα μειονότητα Ελλήνων Πολιτών με Εβραϊκό Θρήσκευμα. Και, βέβαια, υπάρχουν Έλληνες πολίτες Καθολικού Χριστιανικού Δόγματος ή και πολλοί θρησκευτικά αδιάφοροι, κλπ.
Μιας και ήρθε μόνο του το θέμα: Βρέθηκα πρόσφατα σε ορκωμοσία νεοσυλλέκτων στον Αυλώνα. Υπήρξαν τρεις ορκωμοσίες: Μία, Χριστιανών (η μεγάλη μάζα). Μία Μουσουλμάνων (ελάχιστοι). Και μία… Αθέων (!). Έμεινα σύξυλος. Αυτή, η Τρίτη ορκωμοσία αφορούσε αυτούς που ήθελαν να προβούν σε πολιτικό όρκο. Δεν ήταν δηλωμένοι Άθεοι. Απλά, είναι άτομα που θεωρούν μεγαλύτερη δέσμευση για τον εαυτό τους, τη δήλωση ότι «δεσμεύονται». «Δόξα τω Θεώ», η ψευδορκία στα Δικαστήρια είναι ενδημική!
Ο πρώτος –εξ όσων γνωρίζω– που αρνήθηκε, ως μάρτυρας σε Δικαστήριο να ορκιστεί πάνω σ΄ εκείνην την φθαρμένη Αγία Γραφή, ήταν ο, τότε, Καθηγητής – Πρύτανης – Ακαδημαϊκός και πάντοτε φιλοσοφημένος Άνθρωπος, ο Κωνσταντίνος Δεσποτόπουλος. Η άρνησή του, τον κατέστησε, άμεσα κατηγορούμενο, σε αυτόφωρη διαδικασία, στο ίδιο Δικαστήριο, με άλλη σύνθεση. Κι ευτυχώς, που ο επόμενος Δικαστής κατανόησε ότι μια δήλωση δέσμευσης κατάθεσης της αλήθειας από έναν Άνθρωπο, αποτελεί υπέρτατη ηθική και συνειδησιακή δέσμευση. Έτσι, αθωώθηκε ο Κων/νος Δεσποτόπουλος από την «έργω χλεύη του προς τα Θεία».
Κοντολογίς. Η Χούντα φόρτωσε στον ελληνικό λαό όλο το Ιερατείο, καθώς όλοι τους έχουν κάποιο μισθό ως Δημόσιοι Υπάλληλοι. Νομίζω, ότι οι Δεσποτάδες μας έχουν μισθολογικές απολαβές Στρατηγού. Και είναι καμιά ενενηνταριά από δαύτους. Παλιότερα, η Αττική είχε δύο Δεσποτάδες: Η Αθήνα υπαγόταν στον Αρχιεπίσκοπο και η υπόλοιπη περιοχή, στον Δεσπότη Αττικής και Μεγαρίδος. Τώρα, πρέπει να υπάρχουν καμιά δεκαριά Δεσποτείες στην Αττική. Είδε κανείς να γίνονται «οριζόντιες» περικοπές ή συμπτύξεις εδρών –τύπου «Καλλικράτη» – σ΄ αυτούς;
Στις Κοινότητες και στους Δήμους της Χώρας έπεσε η λαίλαπα των Σχεδίων «Καποδίστρια» [τι κρίμα (!) να χλευάζεται έτσι η μνήμη του, μεταθανάτια] και «Καλλικράτη», κατά τρόπον που μεταβάλλεται η κοινωνική δομή και σύσταση, κυρίως, της ελληνικής επαρχίας. Για παράδειγμα, κάπου 22 – 23 Κοινότητες συρρικνώθηκαν κι απετέλεσαν τον Δήμο Καλαβρύτων, ο οποίος, στη συνέχεια, απώλεσε και την έδρα της Οικονομικής Εφορίας κι έτσι όλα αυτά τα χωριά πρέπει να πάνε στη Δ.Ο.Υ. Αιγίου!
2.- Τι είναι «κοινωνία»;
«Κοινωνία» είναι το σύνολο των ατόμων, που, για ποικίλους λόγους, έχει αποφασίσει να συμβιώσει ως ομάδα, μέσα σε προσδιορισμένα χωρικά όρια (π.χ. Αθηναϊκή Κοινωνία, Ελληνική Κοινωνία, κ.α.).
Οι λόγοι αυτοί, μπορεί να είναι ιστορικοί, φυλετικοί, γλωσσικοί ή θρησκευτικοί. Μπορεί, όμως, να είναι και συμπτωματικοί. (Σαν την οικογένεια που ζούσε σ΄ ένα σπίτι ακριβώς πάνω στη μεθόριο Πολωνίας – Ρωσίας. Παρουσιάζεται ξαφνικά ένα πρωί, μια μικτή Επιτροπή, Πολωνών και Ρώσων, και τους ανακοινώνει ότι, το σπίτι τους κι αυτοί, υπάγονται στη Ρωσία. Περνάνε δέκα χρόνια, έρχεται μια νέα μικτή Επιτροπή και τους ανακοινώνει ότι από δω και πέρα αποτελούν μέρος του Πολωνικού Κράτους. Κι ο επικεφαλής της οικογένειας, περιχαρής δηλώνει: «Ευτυχώς, γιατί δεν θα μπορούσαμε ν΄ αντέξουμε άλλον έναν ρώσικο χειμώνα !»).
Ο Ι. Καποδίστριας είναι ο άνθρωπος που εκπόνησε το σχέδιο της καντονοποίησης της Ελβετίας, ώστε αυτά τα 26 Καντόνια ν΄ αποτελέσουν την Ελβετική Κοινωνία και το Ομοσπονδιακό Ελβετικό Κράτος.
Λέγεται, ότι τον ερώτησαν εάν θα πράξει καθ΄ όμοιον τρόπο, αναλαμβάνοντας ως πρώτος Κυβερνήτης της Ελλάδας. Και, λέγεται, ότι απάντησε ότι οι Έλληνες αποτελούν μονοεθνή λαό, με κοινή γλώσσα, ιστορία, θρησκεία, συνήθειες, ώστε να μη χρειάζεται ομοσπονδιοποίηση του, τότε, Κράτους. Τώρα, βέβαια, τα πράγματα έχουν αλλάξει και συνεχώς θ΄ αλλάζουν, ως προς την εθνολογική σύσταση της Ελληνικής Κοινωνίας.
3.- Ο «Νομοθέτης»
Όταν πρωτομπήκα στη Νομική Σχολή, άκουγα τους Καθηγητάδες ν΄ αναφέρονται στον «Νομοθέτη». Ξανά και ξανά. Ο «Νομοθέτης» εννοούσε αυτό, ο «Νομοθέτης» όρισε το άλλο… Μου πήρε κάποιες μέρες μέχρι να κατανοήσω ότι η λέξη «Νομοθέτης» αποτελούσε περιληπτική ονομασία ολόκληρου του Νομοθετικού Σώματος, δηλαδή της Βουλής.
Ήδη από τα μέσα του 18ου αιώνα (1748), ο Γάλλος Κάρολος – Λουδοβίκος Μοντεσκιέ είχε διατυπώσει τη θεωρία των τριών ανεξάρτητων εξουσιών: Του Νομοθετικού Σώματος, του Εκτελεστικού και του Δικαστικού. Η θεωρία αυτή, πολύ βόλεψε πολλούς. Το ερώτημα είναι, πού και πώς αυτές οι τρεις εξουσίες μπορούν να λειτουργήσουν ανεξάρτητα -κι όμως, παράλληλα και με το αυτό αντικείμενο– μεταξύ τους!
Στις Κοινοβουλευτικές Δημοκρατίες –το πολιτικό αυτό σύστημα (Parliamentary Democracy) είναι πόνημα των Βρετανών, οι οποίοι ως τοιούτος λαός φαμπρικάρισαν τοιαύτην κατασκευήν- , η Εκτελεστική Εξουσία λέγεται Κυβέρνηση. Για να υπάρξει Κυβέρνηση πάει να πει ότι έχει την πλειοψηφία και τη στήριξη της Βουλής, δηλαδή ελέγχει την πλειοψηφία του Νομοθετικού Σώματος. Ως Εκτελεστική Εξουσία (Κυβέρνηση), κουμαντάρει τα οικονομικά του Κράτους και, συνεπώς, και τους μισθούς των Δικαστών που απαρτίζουν την «ανεξάρτητη» Δικαστική Εξουσία. Χώρια που ελέγχει απόλυτα τις ηγετικές βαθμίδες των τριών ανώτατων Δικαστηρίων της Χώρας (Αρείου Πάγου, Συμβουλίου Επικρατείας, Ελεγκτικού Συνεδρίου). (Θα πρέπει, κάποια στιγμή, ν΄ αφεθούν οι Δικαστές να εκλέγουν οι ίδιοι τις ηγεσίες τους).
Με άλλα λόγια, οι τρεις ανεξάρτητες εξουσίες, είναι δύο, η εξής μία: Κυβέρνηση! (Αυτά, για τους διάφορους «Μοντεσκιέδες» της γης). (Κάποια στιγμή, μπορεί ν΄ αναλύσουμε το βρετανικό σύστημα της «Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας» με τους μονοεδρικούς τομείς και κατά πόσον αυτό μπορεί ν΄ αποκαλείται «Δημοκρατία»).
Οι Κοινωνίες, διέπονται από νόμους. Νόμος, μπορεί να ‘ναι ένα Προεδρικό (ή Βασιλικό, κατά περίπτωση) Διάταγμα. Ένας Νόμος που προέρχεται από τη Βουλή. Μια Υπουργική (μονομερής ή κοινή, πολλών Υπουργών) Απόφαση. Μια Αστυνομική Διάταξη (τοπικής ή γενικής εφαρμογής). Ακόμα και τα Έθιμα (η κατά τόπον, πολύχρονη συνήθεια π.χ. οι «βωμολοχίες» στο Καρναβάλι του Τυρνάβου, ο ρουκετοπόλεμος του Βροντάδου το Πάσχα, κ.α.), αποτελούν Νόμο.
Γύρω στα τέλη του 6ου αιώνα πριν το Χριστό (π.Χ.), ο Θράκας (δηλαδή, μη Έλληνας) Βασιλιάς Ανάχαρσης, κατέβηκε προς το «Παρίσι της εποχής» (την Πόλη του Φωτός), την Αθήνα. Άρχισε να ρωτά και να θαυμάζει και να συναντά ανθρώπους. Του είπαν ότι «μεγάλο μυαλό» εκείνην την εποχή, ήταν ο Σόλων. Όταν τον συνάντησε, ο τελευταίος του είπε ότι ήταν ιδιαίτερα απασχολημένος γιατί έφτιαχνε «νόμους» για το Κράτος των Αθηνών, ώστε τόσον το Κράτος όσον κι οι Πολίτες να γνωρίζουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους. Και ο «Βάρβαρος» Ανάχαρσης, είπε: «Δηλαδή, φτιάχνεις κάτι σαν τον ιστό της αράχνης. Τα μικρά έντομα, θα πιάνονται και τα μεγάλα θα διαπερνούν τον ιστό και θα ξεφεύγουν»!
Γι΄ αυτά και μόνο τα λόγια του, ο Ανάχαρσης συγκαταλέχθηκε -κατά πολλούς, αργότερα- στους επτά Σοφούς, εκτοπίζοντας τον Περίανδρο τον Κορίνθιο.
Η ουσία των λόγων του Ανάχαρση παραμένει, είκοσι έξι (26) αιώνες μετά! Ιδιαίτερα, στο Κράτος των νεο-Ελλήνων, όπου το «ξέρεις ποιος είμαι εγώ;!» έχει μεγάλο ειδικό βάρος και «οι εγώ» έχουν ξετσιπωθεί σε τέτοιο βαθμό που διαμαρτύρονται για μιαν απλή τροχαία παράβαση (Βλ. Κίμων Κουλούρης) ή ξεπερνούν και τον αισχρό εαυτόν τους (Βλ. Μιχάλης Λιάπης).