Ο μύθος τους της «Ανάπτυξης», η πραγματικότητα της ανεργίας και οι εργατικές κατακτήσεις του 20ού αιώνα που χάνονται, ήταν το θέμα της εκδήλωσης – συζήτησης, που διοργάνωσε η Επιτροπή Αγώνα Κηφισιάς, την Τετάρτη 19 Ιουνίου, στο Δημαρχείο Κηφισιάς.
Εισηγητές στη συζήτηση ήταν ο Θεόδωρος Μαριόλης, αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και ο Αποστόλης Καψάλης, επιστημονικός συνεργάτης του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ. Στην αρχή έγινε μια σύντομη εισαγωγή από την Επιτροπή Αγώνα Κηφισιάς, όπου τονίστηκε ότι η όγδοη αυτή πολιτική εκδήλωση – συζήτηση της Επιτροπής ανταποκρίνεται στην ανάγκη αντιμετώπισης του απόλυτου ελέγχου των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, που είχε ως πρόσφατη κορύφωση το «μαύρο» στη δημόσια τηλεόραση. Τα θέματα που τέθηκαν στο τραπέζι βρίσκονται από πολλές πλευρές στην επικαιρότητα:
«Ο μύθος της ανάπτυξης τύπου Πακιστάν, μια γεύση της οποίας πήραμε πρόσφατα και στην Κηφισιά με την προσπάθεια κατασκευής εργοστασίου παραγωγής ενέργειας από καύση βιομάζας, ανάπτυξη αεριτζίδικη, χωρίς εργαζόμενους, με δυσμενέστατες επιπτώσεις στην ποιότητα ζωής των κατοίκων. Τα εργασιακά, μετά την πρόσφατη λήξη της μετενέργειας και των πράξεων νομοθετικού περιεχομένου, που δίνουν το δικαίωμα σε υπουργούς – δικτάτορες να αποφασίζουν σε μια νύχτα μόνοι τους το κλείσιμο οποιασδήποτε δημόσιας υπηρεσίας. Η ανεργία, τέλος, των 1.310.000 Ελλήνων το Μάρτιο, στους οποίους προστίθενται οι νέοι άνεργοι με τις σχεδιαζόμενες απολύσεις του Δημοσίου».
Ο κ. Θεόδωρος Μαριόλης, λαμβάνοντας πρώτος το λόγο, τιτλοφόρησε την εισήγησή του ως «την Άλγεβρα της ανάγκης». Κατ’ αρχάς, περιέγραψε την κατάσταση ως εξής: «Έπειτα από τέσσερα χρόνια εφαρμογής ενός μείγματος οικονομικής πολιτικής, το οποίο συνίσταται σε δημοσιονομική συστολή, εσωτερική υποτίμηση και απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, η «επίσημη» ανεργία στην Ελλάδα έχει υπερβεί το 27% και η αθροιστική μείωση του ΑΕΠ το 20%, ενώ εκτιμάται ότι η ύφεση θα είναι πάνω από 5% κατά το 2013.
Πρόκειται για τη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τη μεγαλύτερη μείωση του ΑΕΠ και των μισθών, σε ποσοστά διπλάσια από αυτήν που την ακολουθεί, δηλαδή την Πορτογαλία, η οποία, επίσης, ανήκει, γεγονός καθόλου συμπτωματικό, στην «περιφέρεια» της ζώνης του ευρώ. Τέλος, όσον αφορά στον πίνακα των ρυθμών μεταβολής του ΑΕΠ σε παγκόσμια κλίμακα, για το έτος 2011, η χώρα μας βρισκόταν στη θέση 214 (με μείωση του ΑΕΠ κατά 6,9%), δηλαδή μπροστά μόνον από την Ανγκουίλα (μείωση κατά 8,5%) και την Υεμένη (μείωση κατά 10,5%).
«Η Άλγεβρα της ανάγκης»
Η ανάλυση των δεδομένων της ελληνικής οικονομίας δείχνει ότι ακόμα και εάν αυξάνεται, εφεξής, το ΑΕΠ, με μέσο ετήσιο ρυθμό 1%, τότε μετά από μία δεκαετία η ανεργία θα είναι στο 30%. Δείχνει, επίσης, ότι για να αρχίζει να μειώνεται η ανεργία πρέπει, από αύριο κιόλας, το ΑΕΠ να αρχίζει να αυξάνεται με ρυθμό πάνω από 2%. Έτσι, για να σημειωθεί μία συμπίεση της ανεργίας, π.χ. στο 10% μέσα σε 5 έτη, απαιτείται αύξηση του ΑΕΠ με μέσο ετήσιο ρυθμό 5,4%, ο οποίος ενέχει αύξηση της απασχόλησης με μέσο ετήσιο ρυθμό 4,4%, δηλαδή τη δημιουργία 181 χιλιάδων θέσεων εργασίας ανά έτος. Υπάρχει κανείς που ισχυρίζεται, βάσει στοιχείων, ότι θα μειωθεί η ανεργία;».
Και συνέχισε ο ίδιος: «Εν αντιθέσει με ό,τι ισχυρίζονται διάφοροι αριστερο-κεντρώοι, η ζώνη του ευρώ κάθε άλλο παρά βασίζεται σε παραλογισμούς. Έχει τη δική της συνεκτική ‘‘Άλγεβρα’’, η οποία συνεπάγεται δεινά για τη χώρα μας (και γενικά, για τον Ευρωπαϊκό Νότο). Χαμηλούς μισθούς, επικέντρωση της παραγωγής σε ορισμένους μόνον κλάδους, μείωση του ΑΕΠ, διόγκωση του εξωτερικού και του δημοσίου χρέους και, τελικά, ανεργία. Μήπως, όμως, η μετανάστευση του εργατικού δυναμικού, η οποία προκαλείται από τον ενδο-ευρωπαϊκό διαφορισμό των μισθών και επιδιώκεται μέσω της ευρωπαϊκής ενοποίησης των αγορών εργασίας, θα αμβλύνει την κατάσταση;
Για το ευρωπαϊκό κεφάλαιο στο σύνολό του είναι πάρα πολύ καλό, διότι πρόκειται για μία διαδικασία ‘‘εκκαθάρισης’’, μία διαδικασία επιβίωσης των ιδιαίτερα ανταγωνιστικών κλάδων, η οποία επαυξάνει το ειδικό βάρος του ευρωπαϊκού κεφαλαίου στην παγκόσμια αγορά. Κακό είναι μόνον για τις υστερούσες σε παραγωγικότητα χώρες και, ιδίως, για τις εργατικές τάξεις αυτών των χωρών».
Για να καταλήξει ο κ. Μαριόλης: «Η ανάλυση δείχνει ότι ο ελληνικός λαός πρέπει να ανακτήσει όσο το δυνατόν περισσότερους μοχλούς οικονομικής πολιτικής, δηλαδή της δημοσιονομικής, νομισματικής, συναλλαγματικής, εισοδηματικής και εμπορικής πολιτικής. Δυστυχώς ή ευτυχώς, η ανάκτηση συνεπάγεται την έξοδο από τη ζώνη του ευρώ και τη Συνθήκη του Μάαστριχτ. Αυτή πρέπει να είναι η Άλγεβρα της δικής μας Ανάγκης».
Ανατροπή χωρίς προηγούμενο
Το λόγο πήρε αμέσως μετά ο κ. Αποστόλης Καψάλης, ο οποίος αναφέρθηκε στις απορυθμίσεις της εργατικής νομοθεσίας, τονίζοντας μεταξύ άλλων και τα εξής: «Η ανατροπή που έχει υποστεί το εργατικό δίκαιο είναι χωρίς προηγούμενο για την ευρωπαϊκή ήπειρο. Η οικονομική ύφεση και κρίση συνέτεινε στην προλεταριοποίηση της εργασίας. Και πριν είχαμε αύξηση της μισθωτής απασχόλησης. Πριν από 20-30 χρόνια είμαστε στο 50-55%, λίγο πριν την κρίση στο 67%, ενώ σήμερα σύμφωνα με εκτιμήσεις στο 85%. Η απάντηση της άλλης πλευράς ήταν να απορυθμίσει το εργατικό δίκαιο για να μην επιτρέψει οποιαδήποτε συλλογική απάντηση του κόσμου της εργασίας στις επιθέσεις που είχαν προαναγγελθεί.
Στα επίσημα κείμενά της η Ε.Ε. από το τέλος του 2005 προειδοποιούσε ότι σε περιόδους ύφεσης τα εργατικά δικαιώματα θα ήταν εμπόδιο στην ανάπτυξη και αντιστροφή της κρίσης. Αν δούμε το εργατικό δίκαιο, αυτό που γνωρίζαμε το 2009, είναι κατά 90% παρελθόν. Με απλά λόγια, περάσαμε από την αποκέντρωση των συλλογικών διαπραγματεύσεων στην αυτοσύμβαση, και σήμερα στην ατομική διαπραγμάτευση και συμφωνία.
Τι θα πει αποκέντρωση συλλογικών διαπραγματεύσεων; Η προσπάθεια που έκανε το κεφάλαιο τις τελευταίες δυο δεκαετίες να μεταφέρει τη συλλογική διαπραγμάτευση εκεί όπου η εργατική πλευρά είναι κατά τεκμήριο πιο αδύναμη. Από το κλαδικό στο επιχειρησιακό, με αποτέλεσμα να έχουμε και πριν την κρίση αύξηση των επιχειρησιακών συμβάσεων στην Ελλάδα. Ακολούθως προχώρησαν σε ακραίες αντισυνταγματικές μεθοδεύσεις, όπως πχ. το δικαίωμα του εργοδότη να υπογράφει συλλογική σύμβαση με τον εαυτό του.
Η ‘‘αυτοσύμβαση’’ όπως την ονομάζω, ακούει στο όνομα ‘‘ενώσεις προσώπων’’, μορφώματα μη συνδικαλιστικά που μπορεί ελεύθερα να συστήνει ο εργοδότης σε ένα λευκό χαρτί, επιβάλλοντας στα 3/5 των εργαζομένων του να βάλουν το όνομά τους κάτω από τη λίστα. Με αυτό τον τρόπο και ανεξάρτητα από το μέγεθος της επιχείρησης, μπορεί να συστήσει ένωση προσώπων, και με αυτή να κατεβάσει το μισθολογικό και μη κόστος (θεσμικά ζητήματα), εφόσον έχει καταργηθεί και η αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης (αν π.χ. υπάρχει ευνοϊκότερη ρύθμιση σε κλαδικό επίπεδο).
Βίαιη φτωχοποίηση των μισθωτών
Αν προσθέσουμε και την άρση της δυνατότητας επέκτασης των κλαδικών συμβάσεων μέχρι το 2015, μπορούμε να έχουμε ελεύθερη πτώση μισθών, αρχικά μέχρι τα 751 ευρώ (πριν την πράξη του υπουργικού συμβουλίου) και μετά θα επανακαθορίζεται «στα εκάστοτε ισχύοντα», χωρίς να χρειάζεται νέα σύμβαση κάθε φορά που η κυβέρνηση θα κατεβάζει τον κατώτατο μισθό. Έτσι βλέπουμε εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενων να πέφτουν στα 586 ευρώ (ή κατ’ ανώτατο όριο στα 808, αν έχουν τις 3 τριετίες που επιτρέπει ο νόμος».
Ο επιστημονικός συνεργάτης του ΙΝΕ – ΓΣΕΕ επισήμανε σχετικά με τον πολυσυζητημένο κατώτατο μισθό: «Ο κατώτατος μισθός έχει αλλάξει και ως ποσοστό των εργαζόμενων που αμείβονται με αυτόν. Παλιότερα ήταν περίπου 15% της μισθωτής απασχόλησης, το πολύ 430.000 άνθρωποι, που δεν καλύπτονταν από μια καλύτερη ΣΣΕ. Τώρα η εικόνα έχει αντιστραφεί. Η μεγάλη πλειοψηφία των εργαζόμενων αμείβεται προοδευτικά με τον κατώτατο μισθό. Μιλάμε, λοιπόν, όχι για κατώτατο μισθό, αλλά για καθολικό μέσο μισθό, βίαιη φτωχοποίηση των μισθωτών που βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη και ανακαθορισμό.
Γιατί η κυβέρνηση μπορεί από την 1η Απρίλη κάθε έτους, με πράξη Υπουργικού Συμβουλίου, να μειώνει μόνη της χωρίς διαπραγμάτευση, το νόμιμο ελάχιστο μισθό. Η υλοποίηση, λοιπόν, της ρητής μνημονιακής δέσμευσης του 2ου μνημονίου (στη σελ. 713) ότι πρέπει να συγκλίνουν οι μέσοι μισθοί με αυτούς που ισχύουν στις ανταγωνίστριες χώρες (Μπάγκλα Ντες, Πακιστάν, Βουλγαρία και Ρουμανία), βρίσκεται σε εξέλιξη».
Και κατέληξε ο κ. Καψάλης, κάνοντας τρεις συγκεκριμένες προτάσεις: «Υποστηρίζω την άποψη ότι πριν το 2009 εφαρμόστηκε ένα μοντέλο επιλεκτικής εσωτερικής υποτίμησης. Ολόκληροι κλάδοι έλεγαν ότι είναι καλό για την ανάπτυξη κάποιοι άλλοι κλάδοι να είναι εκτός νομιμότητας ή να υπάρχουν ταχύτητες εργαζομένων. Συμβασιούχοι έργου ορισμένου χρόνου, μπλοκάκηδες, μετανάστες, stage με ή χωρίς ασφάλιση.
Τώρα αυτό γενικεύεται και στο ζήτημα της ανεργίας πρέπει να υπάρξει πρακτικ ή απάντηση και όχι ‘‘άνεργη’’ ανάπτυξη, με την ανεργία να μας συνοδεύει, τουλάχιστον, μέχρι το 2022, σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του ΔΝΤ. Χρειάζεται άμεση λύση για τους 800.000 απλήρωτους εργαζόμενους (από 6 μέχρι 12-14 μήνες), εγχειρήματα αυτοδιαχείρισης μονάδων παραγωγής και κοινωνικοποίηση μέσων παραγωγής, τουλάχιστον, στις εγκαταλειμμένες επιχειρήσεις».
Ακολούθησε μια κατά γενική ομολογία πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση, με ερωτήσεις και τοποθετήσεις από το κοινό, που έκλεισε με δευτερολογίες των ομιλητών.
Γιώργος Κανελλόπουλος