Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου, η ΑΜΑΡΥΣΙΑ επισκέφθηκε την Δημοτική Βιβλιοθήκη του Δήμου Λυκόβρυσης-Πεύκης και έκανε μια όμορφη συζήτηση για τον υπέροχο κόσμο της γνώσης και της φαντασίας
«Με τα παιδιά μου και τον άνδρα μου αγαπάμε πολύ το διάβασμα. Διαβάζουμε εγώ 4-5 βιβλία το μήνα και τα παιδιά, ανάλογα με το πρόγραμμα του σχολείου, περίπου 6-7 το μήνα. Κάποια στιγμή εξαντλήσαμε τη βιβλιοθήκη του σπιτιού και εδώ και δυο χρόνια είμαι μέλος της Δημοτικής Βιβλιοθήκης. Μου αρέσουν πάρα πολύ τα ιστορικά μυθιστορήματα. Τώρα τελευταία, όμως, που θέλω να μην κουράζω πολύ το μυαλό μου, έχω περάσει στην σκανδιναβική αστυνομική λογοτεχνία. Έχω βρει όλους τους πιθανούς τρόπους να σκοτώσω τους υπόλοιπους!».
Την παραπάνω δήλωση έκανε στην Αμαρυσία τακτικό μέλος της Δημοτικής Βιβλιοθήκης του Δήμου Λυκόβρυσης-Πεύκης, που συναντήσαμε κατά την επίσκεψή μας με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου και δέχθηκε, έστω και χωρίς να μας αναφέρει το όνομά της, να μιλήσει για την μεγάλη της αγάπη. Τα τελευταία χρόνια που είναι μέλος της βιβλιοθήκης, περνάει μια φορά την εβδομάδα για να επιστρέψει τα βιβλία που διάβασαν οικογενειακώς και να δανειστεί άλλα.
«Στα παιδιά, όπως και σε εμάς, αρέσει πολύ το διάβασμα. Ο μεγάλος μου γιος είναι 11 χρονών και έχει εξαντλήσει την Πηνελόπη Δέλτα, Ζωρζ Σαρρή, Άλκη Ζέη. Τώρα διαβάζει Τόλκιν, το Χόμπιτ. Στον μικρό αρέσουν περισσότερο τα περιπετειώδη, αλλά έχουμε αρχίσει να τα εξαντλούμε τις λίστες και εκεί. Με τα ιστορικά μυθιστορήματα, νομίζω έμαθα και λίγη λογοτεχνία. Προτιμώ τους Έλληνες συγγραφείς. Νομίζω ότι οι ξένοι δεν μπορούν να αγγίξουν έντονα κάποια σημεία, όπως ο εμφύλιος ή η μικρασιατική καταστροφή».
Ιστορική αναδρομή
Η λειτουργία της Δημοτικής Βιβλιοθήκης ξεκίνησε το 1999 στον τότε Δήμο Πεύκης, με την πρώτη έδρα που την φιλοξένησε να είναι ένα μισθωμένο κτίριο στην Λ. Ειρήνης. Οι πύλες του άνοιξαν για το κοινό τον Νοέμβριο του 200 και εκεί έμεινε ως τον Δεκέμβριο του 2006 όταν μεταστεγάστηκε σε ιδιόκτητο κτίριο του Δήμου, σε χώρο όπου παλαιότερα λειτουργούσε το Εργοστάσιο ΕΡΙΟΥΡΓΙΑ ΑΤΤΙΚΗΣ. Το 2008 μετονομάζεται στ Μορφωτικό Οργανισμό και από το 2010, στα πλαίσια του προγράμματος «Καλλικράτης», η προϋπάρχουσα μορφή της καταργείται και συγχωνεύεται στη νέα μορφή του ΝΠΔΔ ΚΟΙΠΑΠ. Από το 2013 είναι μέλος του Δικτύου Δημόσιων και Δημοτικών Βιβλιοθηκών που τελεί υπό την σκέπη της Εθνικής Βιβλιοθήκης Ελλάδος (παλιότερα από το 2013-2015 εποπτευόταν από το Ίδρυμα Σ. Νιάρχος και το Future Library). Κάθε καλοκαίρι, από 15 Ιουνίου-15 Σεπτεμβρίου μαζί με τις άλλες Βιβλιοθήκες υλοποιεί το πρόγραμμα «Καλοκαιρινή Εκστρατεία Ανάγνωσης και Δημιουργικότητας» που ορίζεται από την Εθνική Βιβλιοθήκη, με ποικίλα εργαστήρια και θεματολογία
Η κ. Χαρούλα Χατζηγιαννίδου, είναι η Βιβλιοθηκονόμος που βρίσκεται από την πρώτη στιγμή της ίδρυσης της Δημοτικής Βιβλιοθήκης και μοιράστηκε μαζί μας την εμπειρία του να ζει και να εργάζεται σε ένα… θησαυροφυλάκιο γνώσης.
«Είμαι από το 2000 στη Βιβλιοθήκη. Όταν ξεκίνησα, υπήρχαν ράφια, αλλά δεν υπήρχαν βιβλία. Γινόταν ένας χαμός. Ήμουν πολύ αγχωμένη, γιατί μόλις είχα φύγει από μια άλλη σχετική δουλειά που αγαπούσα πολύ, ενώ πίεζε ο Δήμαρχος να ξεκινήσουμε άμεσα γιατί το κτίριο είχε νοικιαστεί καιρό πριν. Ήμουν πολύ αγχωμένη. Τα καταφέραμε όμως γιατί δουλέψαμε όλοι μαζί και ήμασταν μια ομάδα. Τα βιβλία τα επιλέξαμε όλοι με το Διοικητικό Συμβουλιο που ήταν οι περισσότεροι πρώην εκπαιδευτικοί και μαζί φτιάξαμε τον κατάλογο. Πήγα στο βιβλιοπωλείο που συνεργαζόμουν και πριν, παραγγείλαμε αμέσως και άρχισε η διαδικασία καταχώρησης. Με βοήθησε πάρα πολύ και μια εθελόντρια που συνεργαζόμασταν τότε. Είχαμε δώσει περίπου 3 εκατομμύρια δραχμές. Ήταν αρκετά χρήματα για ξεκίνημα. Στις δημοτικές βιβλιοθήκες ο περισσότερος κόσμος κινείται με λογοτεχνικά βιβλία και ρίξαμε το βάρος σε αυτά. Από την πρώτη στιγμή την αγκάλιασε ο κόσμος. Τότε δεν ήταν ιδανικές οι εγκαταστάσεις, αλλά είχε πολύ κίνηση και από παιδιά και σχολεία».
Τι διαβάζει όμως ο κόσμος; Άραγε, σε αυτή την περίοδο που ο κόσμος έχει ανάγκη κάτι πιο ανάλαφρο, φαίνεται και στις επιλογές τους; Έχει αλλάξει η αναγνωστική συμπεριφορά του κοινού στα χρόνια της κρίσης; Η έμπειρη βιβλιοθηκονόμος έχει απάντηση για όλα.
«Αριθμούμε περίπου 6.000 αντίτυπα. Έχουμε 2997 μέλη εκ των οποίων περίπου 600 είναι τα ενεργά. Οι περισσότερο ενεργοί είναι παιδιά μικρής ηλικίας και ιδιαίτερα οι γυναίκες διαβάζουν περισσότερο. Κάποιες φορές παίρνουν και λένε «το ζήτησε ο άνδρας μου»! Ο κόσμος διαβάζει κυρίως λογοτεχνία. Έχουν τύχει μέλη μας να διαβάζουν ιστορικά μυθιστορήματα γραμμένα από ξένους και μου είπαν ότι πρέπει να φροντίσουμε να έχουμε Έλληνες συγγραφείς γιατί πάντα βρίσκουν μέσα αδυναμίες. Τα τελευταία χρόνια ό,τι παίζεται στην τηλεόραση ή τον κινηματογράφο μας το ζητούν μετά. Νομίζω τα τελευταία χρόνια διαβάζουν περισσότερο από εδώ επειδή δεν μπορούν να αγοράζουν εύκολα. Υπάρχει κοινό που διαβάζει, αλλά βρίσκει καταφύγιο στην βιβλιοθήκη. Τα γούστα έχουν αλλάξει. Κάποιοι που ζητούσαν πιο εκλεκτή λογοτεχνία, πλέον ζητούν κάτι πιο ανάλαφρο. Επιπλέον, πολλοί με ρωτούν αν θα φέρουμε ηλεκτρονικά βιβλία. Αναρωτιέμαι πώς θα φέρουμε; Στο σπίτι εγώ δεν θα μπορούσα να διαβάσω ηλεκτρονικό βιβλίο», λέει η κ. Χατζηγιαννίδου.
Το να εργάζεται μέσα σε έναν χώρο γεμάτο βιβλίαείναι για πολλούς η δουλειά των ονείρων τους. Περίπου το ίδιο ισχύει, όπως παραδέχεται και για την ίδια. «Εγώ το επέλεξα αυτό το επάγγελμα. Όταν έδινα εξετάσεις, είχα πρώτη επιλογή την Σχολή Κοινωνιολογίας από ΑΕΙ και, ευτυχώς που δεν πέρασα εκεί. Δεύτερη επιλογή είχα το ΤΕΙ Βιβλιοθηκονομίας. Είναι ένα επάγγελμα που έχει πολύ μέλλον. Πάντα μου άρεσαν τα βιβλία. Και κουρασμένη και με προβλήματα να είμαι, όταν έρχομαι εδώ τα ξεχνάω. Έχει κι εδώ στρες όταν έχουμε να προγραμματίσουμε κάποια εκδήλωση, αλλά είναι αλλιώτικο».
Παρ’ όλα αυτά, δεν λείπουν και οι δυσκολίες.
«Λόγω έλλειψης δυνατότητας προσλήψεων προσωπικού, είμαι μόνη μου. Θα ήθελα να υπήρχε κι άλλο άτομο. Σε πολλά πράγματα δεν μπορείς να δώσεις την ευθύνη σε κάποιον εθελοντή. Από τη μετακόμιση, πολλοί δεν επέστρεψαν τα βιβλία. Πολλές φορές κάποιοι παίρνουν και δεν τα φέρνουν ποτέ και εξαφανίζονται. Είναι από τα θέματα που προκύπτουν πολλές φορές».
Εθελοντές για εκδηλώσεις υψηλού επιπέδου!
Παρ’ όλα αυτά, έχει τη βοήθεια πολλών εθελοντών, που επενδύουν χρόνο, γνώση και αγάπη για να βοηθήσουν την Βιβλιοθήκη να αναπτύσσεται και να πετυχαίνει τους στόχους της, τους οποίους δεν παραλείπει να ευχαριστήσει σε κάθε ευκαιρία.
Ο Ηλίας Πολλάτος, συγγραφέας με σημαντική πορεία και πρώην υπάλληλος του Δήμου, είναι εθελοντής από το 2015 και Υπεύθυνος της Δημοτικής Βιβλιοθήκης, έχοντας την ευθύνη, μεταξύ άλλων, για την διοργάνωση εκδηλώσεων που έχουν στόχο να φέρουν τον κόσμο σε επαφή με τη φιλαναγνωσία.
«Δούλευα στον Δήμο Πεύκης και θέλω να προσφέρω σε έναν Δήμο που μου έδωσε δουλειά. Το κάνω με χαρά. Προσπαθώ να ικανοποιήσω την «τρέλα» μου. Ήξερα τον δήμαρχο σαν δημοτικό σύμβουλο. Έχω σχέση με τα βιβλία, γράφω κι εγώ. Προσπαθώ να είναι ζωντανή η βιβλιοθήκη. Μου αρέσει να μπαίνει κόσμος, να μπαίνουν παιδιά, να παίρνουν βιβλία, ακόμα και να τα χαλάνε. Στενοχωριέμαι όταν έρχονται τα παιδιά του δημοτικού με τους γονείς και τους δασκάλους και μετά τα χάνουμε και έρχονται πια σε μεγαλύτερη ηλικία. Είναι απογοητευτικό. Τον τελευταίο καιρό έχουμε μεγάλη επισκεψιμότητα από σχολεία. Αυτό μας χαροποιεί. Κάνουμε δραστηριότητες μέσα στη βιβλιοθήκη γι’ αυτά τα παιδιά. Τα παιδιά του Λυκείου κάνουν δικές τους δραστηριότητες κι εμείς τους φιλοξενούμε. Επίσης κάνουμε εκδηλώσεις για τον κόσμο. Έχουν περάσει σπουδαίες προσωπικότητες των γραμμάτων και του Πολιτισμού, όπως οι Ιωάννα Καρυστιάνη, Χρήστος Χωμενίδης, Πέτρος Τατσόπουλος, Μάνος Ελευθερίου, Στέλιος Ράμφος, Διονύσης Σαββόπουλος».
Στο πρόγραμμα του προσεχούς διαστήματος περιλαμβάνονται εκδηλώσεις με τον Κώστα Γεωργουσόπουλο με θέμα την Παιδεία, με την Τένια Μακρή, αλλά και για την Άλωση της Πόλης, ενώ συχνές είναι οι εκδηλώσεις με την ιστορικό Τέχνης,
Άννα Παπαστεργίου, όπου παρουσιάζονται έργα τέχνης, πλαισιωμένα με ζωντανή μουσική.
«Μιλάμε για το σήμερα. Δεν ψάχνουμε μόνο το κλασικό, αν και παρατηρώ ότι οι περισσότεροι που έρχονται δεν είναι πολύ νεαροί. Είμαστε ανοικτοί σε προτάσεις, που να μας κεντρίσουν. Με ευχαρίστηση θα κάναμε κάτι».
Ως εθελοντής, αλλά και άνθρωπος που αγαπά πολύ το βιβλίο, έχει άμεση την απάντηση στοπ ερώτημα, γιατί να γίνει κάποιος μέλος σε μια βιβλιοθήκη;
«Μπορεί να βρει βιβλία που ίσως δεν τα έχει στην προσωπική του βιβλιοθήκη ,να ρωτήσει αναγνωστικά ζητήματα που δεν τα έχει φανταστεί και να βρει βιβλία που δεν περιμένει ότι υπάρχουν. Μπορεί να συμπέσει με κάποιον γνώστη που θα βοηθήσει. Έρχονται κάποιοι και λένε «δεν το είχα σκεφτεί, δεν το είχα φανταστεί». Αν θέλει κάποιος και ενδιαφέρεται, βρίσκει τη βιβλιοθήκη και έρχεται. Επιπλέον, πώς αύριο θα πεις στο παιδί «Πρέπει να διαβάσεις». Αν δεν λειτουργήσεις εσύ ως παράδειγμα, πώς περιμένεις να το δει κι εκείνο;»
Α. Ασπραδάκη: «Γινόμαστε καλύτεροι άνθρωποι»
Επικεφαλής και της Δημοτικής Βιβλιοθήκης είναι η πρόεδρος του ΝΠΔΔ ΚΟΙΠΑΠ του Δήμου Λυκόβρυθσης-Πεύκης, Άννα Ασπραδάκη. Λάτρης του βιβλίου και συγγραφέας και η ίδια, μπορούσε να μπει πιο εύκολα στις ανάγκες που απαιτούνται να καλυφθούν, αξιοποιώντας την προσωπική της εμπειρία. Πρώτο μέλημα, είναι να γεμίσουν τα ράφια με βιβλία που θα ενδιαφέρουν τους πολίτες,
«Φέτος δώσαμε 1.000 ευρώ για να αγοράσουμε βιβλία. Στην επιλογή βάση είναι η εμπορική σύγχρονη λογοτεχνία, που όλοι αναζητάμε σε μια κοινωνία με έντονους ρυθμούς. Τυχαίνει και ως συγγραφέας να είμαι μέσα στο κλίμα του τι διαβάζεται. Αυτά που πήραμε τους τελευταίους μήνες είναι και αυτά που έχουν τη μεγαλύτερη απήχηση. Άλλοι λένε ότι πρέπει να εκσυγχρονιστείς. Είναι καλή η κλασική λογοτεχνία, αλλά πρέπει να δούμε και το σήμερα. Αντίστοιχα και στη νεανική λογοτεχνία, προσπαθούμε να δείξουμε έναν δρόμο ότι είναι σημαντική η φιλαναγνωσία και εφόδιο για την μετέπειτα ζωή τους. Επίσης, πήραμε κόμικς. Βάζει τα παιδιά από πιο μικρή ηλικία να είναι σε επαφή με το βιβλίο. Αυτή είναι η προτεραιότητά μας», αναφέρει η κ. Ασπραδάκη.
Η εμπειρία της συγγραφής, όπως αναφέρει, την βοήθησε στην οργάνωση των καθηκόντων της.
«Έχουμε ξεχάσει το βιβλίο, είμαστε όλοι σε οθόνες. Έχουμε χάσει τη μυρωδιά του. Η εμπειρία έκανε τη δουλειά μου απόλαυση. Όταν κάτι το θέλεις και παθιάζεσαι με αυτό, βγαίνει και πιο εύκολα. Δεν αγχώθηκα καθόλου. Με βοήθησε να πιάσω το σφυγμό των αναγνωστών. Η συγγραφή με βοήθησε σε πάρα πολλά επίπεδα που δεν το περίμενα. Η προσωπική μου πινελιά είναι να προσπαθήσω να εκσυγχρονίσω τη βιβλιοθήκη και να προσπαθήσουμε να βρούμε χρήματα να πάρουμε πάλι βιβλία να την αναβαθμίσουμε.
Υπάρχουν πολλά σχολεία της περιοχής ιδιωτικά ή δημόσια που θέλουν να φέρουν το παιδί σε επαφή με το βιβλίο και να μάθουν πώς λειτουργεί η δημοτική βιβλιοθήκη. Είμαστε πάντα ανοικτοί σε όποιο σχολείο το ζητά. Τα παιδιά κάνουν συνέχεια ερωτήσεις. Μια φορά, τους είχε πει η δασκάλα τους ότι είμαι συγγραφέας και με είχαν ξετινάξει στις ερωτήσεις!
Έχουμε πολύ συχνά εκδηλώσεις, αναλύσεις συγγραφέων, παρουσιάσεις βιβλίων. Πολλές φορές εμπλέκουμε την εκπαιδευτική κοινότητα, ώστε να έρχονται κοντά με τους συγγραφείς και να θέτουν τις ερωτήσεις ή να βοηθήσουν στην παρουσίαση. Το βιβλίο είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την εκπαιδευτική κοινότητα και αυτό προσπαθούμε να κάνουμε σε κάθε μας εκδήλωση. Αυτό που κάνουν οι εκπαιδευτικοί μας είναι αξιοζήλευτο. Θέλαμε επίσης να κάνουμε μαθήματα δημιουργικής γραφής, αλλά και παλαιότερα είχε ξεκινήσει μια προσπάθεια, με μικρή ανταπόκριση και προς το παρόν δεν έχει προχωρήσει».
Ως άνθρωπος που έχει άμεση και καθημερινή σχέση με το βιβλίο, αν και, όπως παραδέχεται, αυτή την περίοδο που προσπαθεί να ολοκληρώσει το τέταρτο βιβλίο της δυσκολεύεται να ανταπεξέλθει μέσα σε όλες τις υποχρεώσεις, έχει ωστόσο τον τρόπο να εξηγήσει για ποιο λόγο είναι σημαντικό ο κόσμος να επισκέπτεται την Δημοτική Βιβλιοθήκη και να προσκαλέσει τους πολίτες να το πράξουν.
«Μέσα από την ανάγνωση και τη γραφή μπορούν όλοι να γίνουν καλύτεροι. Φτιάχνουμε χαρακτήρες και προσωπικότητες. Αν ξεκινήσουμε από μικροί, θα έχουμε μια συνήθεια που θα μας διαμορφώνει σε όλη τη διάρκεια της ζωής μας. Είναι σημαντικό να ανοίγουμε τους ορίζοντες πέρα από τις ειδικότητες. Να βρούμε ένα ή περισσότερα είδη που θα ακολουθούμε. Όλοι μπορούμε να βρούμε ένα είδος που θα μας ξετρελάνει. Αυτό είναι το μήνυμα. Αν έχουμε διαβάσει ένα βιβλίο που δεν μας άρεσε, δεν σημαίνει ότι δεν είναι τα βιβλία καλά. Πάντα υπάρχει κάτι για μας.
Γινόμαστε καλύτεροι άνθρωποι και πιο ευαίσθητοι. Κάθε βιβλίο έχει κάτι να σου δώσει. Σε βάζει σε σκέψη να σκεφτείς και σου ενεργοποιεί το συναίσθημα».